Κατά την Οθωμανική περίοδο στην κορυφή της κρατικής πυραμίδας βρισκόταν ο Σουλτάνος - ως «εκπρόσωπος του Θεού» - και ακολουθούσε το αυτοκρατορικό διβάνι, ένα είδος υπουργικού συμβουλίου που αποτελούσε το ανώτατο συμβουλευτικό και εκτελεστικό σώμα της βούλησης του Σουλτάνου. Το δεύτερο όργανο της κεντρικής διοίκησης ήταν η δικαστική εξουσία που την εκτελούσαν οι δάσκαλοι και οι ερμηνευτές του ιερού νόμου, οι «ουλεμάδες» (ulema).
Η πρώτη βασική διοικητική και στρατιωτική μονάδα ήταν το σαντζάκι (sancak) που αντιστοιχεί προς το σύγχρονο νομό. Κάθε σαντζάκι είχε τους δικούς του κανονισμούς που προέβλεπαν τους φόρους, τις υπηρεσίες και τις υποχρεώσεις των υπηκόων. Το κάθε σαντζάκι σε μικρότερες διοικητικές μονάδες, τους καζάδες, οι οποίοι αντιστοιχούν προς τις επαρχίες του βυζαντινού κράτους. Ο καζάς ήταν μικρή διοικητική και δικαστική περιφέρεια αποτελούμενη από μία πόλη ή κώμη και τα εξαρτώμενα από αυτή χωριά. Όταν επρόκειτο για μεγάλο αριθμό χωριών - όπως στην περίπτωση τους Ευρυτανικού χώρου – χωρίζονται σε ομάδες και αποτελούν τους λεγόμενους ναχιγιέδες (nahiye), μικρές διοικητικές μονάδες που αντιστοιχούσαν σε δήμους. Αυτή η διαβάθμιση της διοικητικής οργάνωσης απέβλεπε στην καλύτερη εξυπηρέτηση του συστήματος του στρατιωτικού τιμαριωτισμού.
Στη δημοτική μας ποίηση ο καζάς αναφέρεται και με τον όρο βιλαέτι (vilayet) ως δηλωτική αναφορά συγκεκριμένης περιοχής που ελέγχεται από αρματολούς. Στο δημοτικό τραγούδι υπάρχουν επίσης και πολλές αναφορές στον όρο «ναχιγιές». («Εκεί μοιράζουν τα χωριά, μοιράζουν τους ναχιέδες…»)
• Καζάς Καρπενησίου
Στο πλαίσιο της εφαρμοσμένης οθωμανικής διοικητικής πολιτικής που αναφέραμε παραπάνω, συγκροτείται ο καζάς του Καρπενησίου. Η πρώτη αναφορά στον καζά έρχεται από οθωμανικό κατάστιχο του 1488-89, ωστόσο η συγκρότησή του τοποθετείται στο τέλους του 14ου αιώνα. Αρχικά ο καζάς ανήκε στο σαντζάκι των Τρικάλων όπως και οι καζάδες των Αγράφων και του Κερασόβου. Με την ίδρυση όμως του σαντζακίου της Ναυπάκτου εντάσσεται σε αυτό αποτελώντας διοικητική επαρχία του μαζί με το Λιδορίκι, την Υπάτη, τα Κράβαρα, το Απόκουρο, και τα Φάρσαλα. Στα τέλη του 19ου αιώνα και εξής - αν και ανήκε διοικητικά στο σαντζάκι της Ναυπάκτου - ήταν υπό την επιρροή του Αλή Πασά των Ιωαννίνων.
Οι Οθωμανοί δημιούργησαν έναν πλήρη διοικητικό μηχανισμό στο Καρπενήσι με την παρουσία πολλών εκπροσώπων του σουλτάνου και αξιωματούχων της θρησκευτικής ιεραρχίας. Ο καζάς διέθετε βοεβόδα ( γενικός στρατιωτικός και πολιτικός διοικητής), καδή (ο άνθρωπος του νόμου και ελέγχου των δικαστικών αποφάσεων) καθώς και πλήθος ουλεμάδων και άλλων κρατικών υπαλλήλων και φρουρών.
Όσον αφορά τη χωροθετική έκταση, ο καζάς οριζόταν ως εξής: Προς Βορρά ο όγκος του Τυμφρηστού, στα ανατολικά οι Ράχες του Τυμφρηστού σε όλη την προέκτασή τους με νοτιοανατολική απόκλιση προς τους Στάβλους και την Άμπλιανη, δυτικό όριο η όχθη του Ταυρωπού (Μέγδοβα) ποταμού ενώ στα νότια απλωνόταν μέχρι το Παναιτωλικό όρος.
Τα Βλαχοχώρια – πρώτος ναχιγιές.
Η διαίρεση του καζά του Καρπενησίου σε ναχιγιέδες γινόταν με βάση τα γεωφυσικά δεδομένα καθώς και τις οικονομικές δραστηριότητες των κατοίκων. Τα Βλαχοχώρια ως ναχιγιές ήταν μία ομάδα χωριών, οι κάτοικοι των οποίων είχαν ως κύρια ασχολία την κτηνοτροφία και μερικοί από αυτούς τη βιοτεχνική επεξεργασία των προϊόντων της. Εκτείνονταν από την ανατολική όχθη του Καρπενησιώτη ποταμού (κύριος άξονας διαχωρισμού των ναχιγιέδων) ως τα χωριά Καρίτσα , Καστανούλα και Δομνίστα και σύμφωνα με τις καταγραφές και τα κατάστιχα του 19ου αιώνα ήταν 26 τον αριθμό, συμπεριλαμβανομένου και του Καρπενησίου ως πρωτεύουσα του καζά. Συγκεκριμένα στο ναχιγιέ των Βλαχοχωρίων άνηκαν: η Άμπλιανη (Σταυροπηγή), το Κρίκελλο, η Δομνίστα, το Μεγάλο Χωριό, ο Άγιος Νικόλαος (Λάσπη), το Συγκρέλο, ο Άγιος Ανδρέας, το Μουζήλο, η Ανιάδα, ο Σέλλος, η Καρίτσα, οι Στάβλοι, η Καστανούλα, η Σέκλιζα, η Τσεκλίστα, τα Δολιανά, τα Ψιανά, η Κορίτζιανα, η Βρύση, η Μιάρα (Καλλιθέα), το Κλαυσί, η Ροσκά, η Κόπραινα, το Μερινό και η Κοντίβα. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα μισά περίπου από τα Βλαχοχώρια ήταν ημινομαδικά καθώς το χειμώνα λίγες οικογένειες έμεναν στις εστίες τους και καταγίνονταν με την υφαντική.
Τα Πολιτοχώρια - δεύτερος ναχιγιές
Τα Πολιτοχώρια του καζά του Καρπενησίου ήταν μικρές , οργανωμένες κοινότητες που φημίζονταν ανέκαθεν για τη βλάστηση και την εξαιρετική τους ομορφιά. Βρίσκονταν διάσπαρτα στο χώρο που ορίζεται μεταξύ των ποταμών Ταυρωπού δυτικά και Καρπενησιώτη ανατολικά. Το νότιο όριο ήταν το Δερμάτι ενώ στα βόρια έφτανε ως το Στένωμα και το Παυλόπουλο.
Τα Πολιτοχώρια ήταν 16 και συγκεκριμένα: το Βουτύρο, το Μικρό Χωριό, οι Κορυσχάδες, τα Φιδάκια , το Καλεσμένο, ο Σπαρτιάς, το Στένωμα, το Παυλόπουλο, το Νόστιμο, το Λάστοβο, η Ερκίτσα, το Χωτέμι, οι Γοργιανάδες, το Τέρνοβο (Παπαδιά), η Μιλότικα και το Δερμάτι.
Τα χωριά του Σοβολάκου - τρίτος ναχιγιές
Τα όρια του ναχιγιέ αρχίζουν από το σημείο όπου ο Καρπενησιώτης ποταμός κάμπτεται και συναντά την κοίτη του Ταυρωπού και προεκτείνονται νότια ως το Παναιτωλικό και δυτικά ως τον Άγιο Βλάσιο. Σε αυτή την έκταση περικλείονται 16 χωριά και συγκεκριμένα: ο Προυσός, ο Άγιος Βλάσιος, τα Αλέστια, το Σοβολάκο, η Ανδράνοβα, η Αράχωβα, η Χούνη, τα Τέροβα, η Σαργιάδα, η Κορίνιτσα, η Σαρκίνη, τα Βελωτά, η Καστανούλα, τα Κελάκια, τα Ντιβίτζινα και τα Σωχώρια.
Η περιοχή Απόκουρου – τέταρτος ναχιγιές
Στην τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας το Απόκουρο παύει να είναι ξεχωριστός καζάς και προσαρτάται ως τέταρτος ναχιγιές στον καζά του Καρπενησίου. Ο ναχιγιές αποτελούνταν από 26 χωριά και εκτεινόταν βορειοανατολικά της λίμνης Τριχωνίδας, που είναι και το νότιο όριό του, ανατολικά οριζόταν από τον ποταμό Φειδάρη , ενώ στα δυτικά από τα χωριά Σπαρτιάς, Κρύο Νερό, και Μυρτιά. Στο βορρά το όριο του ναχιγιέ ήταν το Παναιτωλικό όρος.
• Καζάς Αγράφων και τα χωριά του
Ο καζάς των Αγράφων ήταν ένας από τους πολλούς του σαντζακίου των Τρικάλων και διέθετε – όπως και του Καρπενησίου - πλήρη διοικητικό μηχανισμό με εκπροσώπους του σουλτάνου και της θρησκευτικής ιεραρχίας. Στην πρωτεύουσα του καζά, τα Άγραφα, υπήρχε ο βοεβόδας ( γενικός στρατιωτικός και πολιτικός διοικητής), καδής (ο άνθρωπος του νόμου και ελέγχου των δικαστικών αποφάσεων) καθώς και πλήθος ουλεμάδων και άλλων κρατικών υπαλλήλων και φρουρών. Οι πρώτες αναφορές για τον καζά των Αγράφων έρχονται από κατάστιχα του 15ου και 16ου αιώνα και κάνουν μνεία για μία ακμάζουσα περιοχή –ιδίως δημογραφικά – με πάνω από 90 χωριά και κώμες. Ο αριθμός των χωριών, σύμφωνα με μεταγενέστερες πηγές , φαίνεται να διπλασιάζεται παραμονές τις Επανάστασης.
Ένας από τους πιο ονομαστούς ναχιγιέδες του καζά ήταν εκείνος του Φουρνά (ναχιγιές Κιουχιστάν) που περιελάμβανε εκτός από το Φουρνά τη Χόχλια, το Νεοχώρι Τυμφρηστού, τον Κλειτσό, την Αγία Τριάδα, τη Βράχα, το Παλαιόκαστρο Τυμφρηστού, τον Άγιο Χαράλαμπο ( τα Έλοβα) και τους Δομιανούς. Επίσης, με βάση τις διαχωριζόμενες και επιτηρούμενες ζώνες του καζά, υπήρχαν άλλοι τρεις ναχιγίδες: της Ρεντίνας (πρωτεύουσα η Ρεντίνα και τα γειτονικά χωριά), της Καστανιάς (πρωτεύουσα η Καστανιά και τα όμορα χωριά ανατολικά του φράγματος Ταυρωπού) και του Πετρίλου.
Η συγκρότηση των χωριών του καζά των Αγράφων σε ναχιγιέδες δεν ήταν τυχαία καθώς καθοριζότανμ ανάλογα με τις διοικητικές ανάγκες και τη διευκόλυνση των φοροεισπρακτικών λειτουργιών.
• Ο καζάς του Κερασόβου
Πιθανόν ο καζάς του Κερασόβου να συγκροτείται την ίδια περίοδο με τους αντίστοιχους του Καρπενησίου και των Αγράφων. Στην περιφέρεια του καζά περιλαμβάνονται πρωτίστως τα χωριά του τέως δήμου Αγραίων, από τη δυτική όχθη του ποταμού Ταυρωπού ως τα ανατολικά όρια της Απερνατίας. Στα βόρεια του Κερασόβου εκτείνονταν τα χωριά του καζά των Αγράφων ενώ στα νότια ο Αχελώος και τμήμα του Ταυρωπού.
Πηγές: Γιαννόπουλος, Γ.,(2021). Η Ευρυτανία στη διαδρομή της ευρύτερης εθνολογικής σύνθεσης και διοικητική οργάνωσης. Ίδρυμα Γαζή – Τριανταφυλλόπουλου,
Γκιόλιας, Μ., (1999). Ιστορία της Ευρυτανίας στους Νεότερους Χρόνους (1393-1821). Εκδόσεις ΠΟΡΕΙΑ:Αθήνα
Pouqueville F.C.H.L, Voyage de la Grece, 1-6, Paris:1826-1827.
Διαδίκτυο
https://www.technovision.gr/evrytania/D.Karpenisiou/KarpenissiOthoman/Karpenissi.ht