Η νεροβάρελα
Κατασκευαζόταν από ξύλο κέδρου, ελάτου ή δρυός. Έχει το ίδιο σχήμα με τα βαρέλια του οίνου και διαφέρει μόνο στο μέγεθος. Κύρια χρήση της νεροβάρελας ήταν η μεταφορά νερού από τη βρύση στην οικία. Όταν γέμιζε νερό η βαρέλα στη βρύση οι γυναίκες τη φόρτωναν στον ώμο και τη μετέφεραν στην οικία όπου συνήθως υπήρχε συγκεκριμένος χώρος για την τοποθέτησή της.
Η κατασκευή της νεροβάρελας ήταν έργο ειδικών τεχνιτών, των «βαενάδων».
Ποτίστρα
Όπου δεν υπήρχε η νεροβάρελα (βλ. παραπάνω), χρησιμοποιούνταν η ποτίστρα. Η χρήση της ήταν ακριβώς ίδια με μόνη διαφορά ότι ήταν κατασκευασμένη από λευκοσίδηρο ή τσίγκο. Κατασκευάζονταν επίσης ποτίστρες και από χαλκό αλλά συνήθως αποφεύγονταν καθώς ήταν βαριές και ακριβές.
Τσουκάλα ή μαστραπάς
Η τσουκάλα ήταν χάλκινο σκεύος που κατασκευαζόταν από τους «καζαντζήδες» ( γανωματήδες). Εάν διέθετε μόνο μία λαβή στο πλάγιο μέρος λεγόταν «τσουκάλι» ενώ αν διέθετε εκτός της λαβής και κινούμενο αρβάλι στο πάνω μέρος του στόμιου λεγόταν τσουκάλα. Στα ορεινά μέρη της Ευρυτανίας χρησιμοποιούνταν κυρίως για την πόση του νερού. Πολλές φορές μεταγγιζόταν με την τσουκάλα και ο όινος από το βαρέλι στο οικογενειακό τραπέζι.
Παρεμφερές με την τσουκάλα σκεύος είναι και ο «μαστραπάς». Διαφέρει με την τσουκάλα στο ότι κατά το ένα άκρο του στομίου εξέχει κρουνός για την εύκολη ροή του υγρού και φέρει μόνο μία λαβή στο πλάγιο μέρος η οποία περισφίγγεται στο μέσο του σκεύους. Επίσης διαθέτει και υπόβαθρο, το οποίο δε συναντούμε στην τσουκάλα.
Ο μαστραπάς κατασκευαζόταν από χαλκό και θεωρούνταν δοχείο πολυτελείας καθώς χρησιμοποιούνταν στις επίσημες οικογενειακές γιορτές.
Το γκιούμι ή νιγούμι
Πρόκειται για χάλκινο δοχείο που χρησιμοποιούνταν για υγρά με κομψό λαιμό, ωραίο στόμιο το οποίο φέρει και κρουνό καθώς και το λεπτοφυές «μποτσινάρι». Η κύρια χρήση του γκιουμιού ήταν για το νίψιμο καθώς κάποιος μπορούσε εύκολα να νιφθεί μόνο με το γκιούμι χωρίς τη χρήση της «λιένης» (βλ.παρακάτω).
Το μόνο ελάττωμα του συγκεκριμένου σκεύους ήταν το βάρος του καθώς ήταν χάλκινο κι επίσης γανωνόταν δύσκολα εσωτερικώς εξαιτίας του στενού του λαιμού.
Η λιένη
Ήταν μία χάλκινη λεκάνη η οποία χρησιμοποιούνταν για το νίψιμο. Εντός της λιένης ρίχνονταν νερό μέσω του γκιουμιού (βλ.παραπάνω) και μπορούσε κάποιος να νιφθεί.
Το τάσι
Το τάσι είναι κύπελο το οποίο κατασκευάζεται είτε από χαλκό είτε από άργυρο είτε από ξύλο. Το χάλκινο τάσι ήταν απλό χωρίς διακόσμηση ενώ τα ασημένια και ξύλινα τάσια έφεραν εξωτερική διακόσμηση - ενίοτε σημειωνόταν και το όνομα του κατόχου – και θεωρούνταν αγγεία πολυτελείας.
Το τάσι ήταν χρήσιμο κυρίως για τις εξοχικές εξορμήσεις και τις υπαίθριες εργασίες καθώς κάποιος μπορούσε εύκολα στην ανάγκη να λάβει νερό από κάποια πηγή και να πιεί. Επίσης με το τάσι μπορούσαν να πιούν και το κρασί.
Το παγούρι
Το παγούρι κατασκευάζεται από κράμα μόλυβδου και κασσίτερου το οποίο χυνόταν σε καλούπι. Εντός του συγκεκριμένου σκεύους έβαζαν το τσίπουρο («ρακί»), το γνωστό απόσταγμα από σταφύλια , το οποίο σε εξοχικά πανηγύρια και γάμους έπιναν εκ περιτροπής από το παγούρι.
Η τσίτσα
Η τσίτσα ήταν δοχείο με το οποίο μεταφερόταν με ασφάλεια κρασί για πόση σε περίπτωση ταξιδιού, εργασίας στην εξοχή ή σε συμπόσια γάμου. Κατασκευαζόταν από ειδικούς τεχνίτες, τους «τσιτσάδες», με στέρεο ξύλο. Για τη μεταφορά της έπρεπε να κρέμεται από τον ώμο του ανθρώπου ή το σάγμα του ζώου. Για αυτόν το λόγο η τσίτσα περιδένεται με πλέγμα δερμάτινων λωρίδων ώστε να μεταφέρεται ευκολότερα.
Από την τσίτσα γινόταν η κατανάλωση κρασιού όπως από το παγούρι (βλ.παραπάνω) το τσίπουρο.
Η νταμουζάνα
Η γνωστή φιάλη από μαύρο γυαλί. Για ασφάλεια από τη θραύση ολόκληρη η φιάλη τοποθετούνταν μέσα σε πλέγμα από λεπτές ράβδους. Στη νταμουζάνα έβαζαν λάδι, κρασί, οινόπνευμα και τοποθετούνταν συνληθως στο υπόγειο.
Τάλαρος
Ο τάλαρος ήταν απαραίτητο σκεύος για το αλάτισμα του τυριού και των ελιών και κατασκευαζόταν από τους «καδάδες». Υπήρχε και μέγας τάλαρος , η ταλάρα, που χρησιμοποιούνταν για τον τρύγο των σταφυλιών.
Η μπαρδάκα ή βαρελιτσα
Η μπαρδάκα ή βαρελίτσα είναι βαρελάκι με κυλινδρικό γύρο. Χρησιμοποιούνταν κυρίως την περίοδο των γεωργικών εργασιών και ιδίως το καλοκαίρι. Μετέφεραν το νερό με τη μπαρδάκα από την πηγή ώστε να δροσίζονται κατά τη διάρκεια των εργασιών.
Η λαΐνα
Η λαΐνα είναι πήλινο αγγείο επιχρισμένο από σμαλτώδη ουσία λευκού ή ωχρού χρώματος. Η λαΐνα μπορούσε να είναι κυλινδρική ή με σφαιρικό σχήμα που απολήγει σε κυλινδρικό στόμιο. Συνήθως οι σφαιρικού σχήματος λαΐνες χρησιμοποιούνταν για λίπος, βούτυρο και σπάνια μέλι.
Κανάτα ή μπαλιάτσα
Όσοι δεν είχαν τσουκάλι, τσουκάλα ή μαστραπά (βλ.παραπάνω) έπιναν νερό με την κανάτα. Αυτά τα αγγεία δεν ήταν εγχώρια καθώς εισάγονταν από το εξωτερικό.
Πηγές: Λουκάτος, Δ., (1992). Εισαγωγή στην ελληνική λαογραφία. Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης: Αθήνα
Λουκόπουλος, Δ., (1984). Αιτωλικά οικήσεις σκεύη και τροφαί. Εκδόσεις «Δωδώνη»: Αθήνα - Ιωάννινα
Λουκόπουλος, Δ., (1983). Γεωργικά της Ρούμελης. Εκδόσεις «Δωδώνη»: Αθήνα – Ιωάννινα.