Ο οικισμός της Άμπλιανης βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της Ευρυτανίας, πάνω στην οροσειρά της Νότιας Πίνδου που συνδέει τον Τυμφρηστό με τα Βαρδούσια όρη. Περιβάλλεται από τα ψηλά βουνά της Σαράνταινας (1928μ.) που είναι σκεπασμένα από ελάτη και στις κορυφές των οποίων επεκτείνονται, κατά του θερινούς μήνες, βοσκοτόπια πλούσια σε χορτάρι. Ανάμεσα στα βουνά διαρρέει ο Ρόβολος, ένα ρέμα με πολλές πηγές τις οποίες οι ντόπιοι ονομάζουν αμπλάδες. Από τις πηγές αυτές (αμπλάδες) προέρχεται και η ονομασία του οικισμού (αμπλάδες>Άμπλανη>Άμπλιανη).
Η ζωή των κατοίκων του οικισμού ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με το γεωφυσικό περιβάλλον. Τους κρύους μήνες του χειμώνα ζούσαν σε πεδινά ζεστά μέρη, τα «χειμαδιά», ενώ την άνοιξη ανέβαιναν στα πλούσια βοσκοτόπια της Ευρυτανίας και ειδικότερα της Άμπλιανης. Στην Άμπλιανη έμεναν τον χειμώνα μόνο 3-4 φύλακες του οικισμού και 4-5 οικογένειες οι οποίες κατέβαιναν σε χαμηλότερη υψομετρική τοποθεσία, τα Αμπέλια. Ακολουθούσαν δηλαδή έναν ημινομαδικό τρόπο ζωής.
Οι κάτοικοι της Άμπλιανης, σε όλη τη διάρκεια της ιστορικής τους διαδρομής μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, υπήρξαν αμιγώς κτηνοτρόφοι και η μεγάλη κτηνοτροφία που είχαν αναπτύξει τους ώθησε να διασκορπίζονται σε όλο το γεωγραφικό μήκος της πεδινής Στερεάς Ελλάδας ώστε να εξασφαλίσουν λιβάδια για τα κοπάδια τους . Μεγάλο μέρος των Αμπλιανιτών ποιμένων παραχείμαζε στους κάμπους του Μεσολογγίου – Αιτωλικού και της Λαμίας ενώ λιγότεροι στο Παναιτώλιο Αγρινίου, στο Νεοχώρι Μεσολογγίου, στη Λιβαδειά και την Άμφισσα.
Οι παραχειμάζοντες Αμπλιανίτες ,παρόλο που έρχονταν σε στενή επαφή με το μόνιμο ντόπιο πληθυσμό (Μεσολόγγι- Αιτωλικό, Λαμία κ.ά), αποτελούσαν ξεχωριστή κοινωνική, πολιτισμική και παραγωγική μονάδα καθώς θεωρούσαν την Άμπλιανη ως ιδιαίτερη πατρίδα τους και σε αυτή είχαν όλοι τα νοικοκυριά τους στεγασμένα. Στις περιοχές των «χειμαδιών» μετέφεραν τα απολύτως απαραίτητα για την εξυπηρέτηση των καθημερινών αναγκών τους.
Τα χρόνια που ακολούθησαν την Απελευθέρωση (μέσα 190υ αιώνα), αρκετοί Αμπλιανίτες εγκατέλειψαν σταδιακά την κτηνοτροφία και στράφηκαν προς τα γράμματα, τη γεωργία και τις τέχνες καθώς διέβλεψαν ότι το μέλλον τους δεν ήταν πλέον στα βοσκοτόπια της Σαράνταινας. Ωστόσο, τα χρόνια του μεσοπολέμου καθώς και μετά τον Εμφύλιο, λιγοστές οικογένειες παρέμειναν στον οικισμό ακολουθώντας τον πατροπαράδοτο νομαδικό τρόπο ζωής, «από τα χειμαδιά στα βουνά».
Πηγές: Αλεξανδροπούλου, Σ., (2008). Η ΑΜΠΛΙΑΝΗ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ, εκδ. Επτάλοφος,Αθήνα
Σαρρής, Γ., (2011). Από τα χειμαδιά στα βουνά «Οι Αμπλιανίτες ποιμένες». Πάτρα 2011